καραβάνι

καραβάνι
Ομαδική πορεία, κυρίως μεταναστών, προσκυνητών ή εμπόρων, η οποία συνήθως πραγματοποιείται με καμήλες, υποζύγια ή τροχοφόρα. Η λέξη κ. προέρχεται από την περσική λέξη κερβάν, που χαρακτήριζε αρχικά τις νομαδικές φυλές, είτε αυτές μετακινούνταν είτε όχι. Όπως αναφέρεται στη Γένεση, ακόμα και οι πατριάρχες ταξίδευαν με κ. Άλλωστε η Παλαιστίνη, εξαιτίας της γεωγραφικής της θέσης, αποτελούσε κατά την αρχαιότητα το σημείο συνάντησης των λαών της Ασίας, της Ευρώπης και της Αφρικής. Όλοι οι μεγάλοι χερσαίοι και θαλάσσιοι δρόμοι περνούσαν από εκεί, καθιστώντας την Παλαιστίνη σταθμό όλων των εμπορικών κ. Οι μεταφορές των εμπορευμάτων από τον Περσικό κόλπο στη Μεσόγειο πραγματοποιούνταν από την αραβική φυλή των Μαδιανιτών οι οποίοι μετέφεραν κυρίως αρώματα και δούλους. Στην Παλαιά Διαθήκη, εξάλλου, αναφέρεται ότι οι γιοι του Ιακώβ πούλησαν τον αδελφό τους Ιωσήφ στη φυλή αυτή. Εκείνη την εποχή τα κ. χρησιμοποιούσαν αποκλειστικά καμήλες, οι οποίες ήταν δεμένες η μία μετά την άλλη, συνήθως σε ομάδες των δώδεκα. Κάθε ομάδα συνοδευόταν πάντοτε από έναν οπλισμένο πεζό ή ιππέα, που είχε καθήκον να αντιμετωπίσει τους ληστές της φυλής των Βεδουίνων, οι οποίοι αποτελούσαν τη μεγαλύτερη απειλή για τους ταξιδιώτες. Πολλές φορές, από διάφορες αιτίες, τα κ. έχαναν τον προσανατολισμό τους και, έπειτα από αγωνιώδεις περιπλανήσεις στην ατέλειωτη έρημο, άνθρωποι και ζώα έβρισκαν αργό και μαρτυρικό θάνατο λόγω έλλειψης νερού. Σε μερικές περιοχές της Αραβίας, τα κ. αποτελούν ακόμα και σήμερα το κυριότερο μέσο μεταφοράς εμπορευμάτων. Τα κ. αυτά αποτελούνται επίσης από καμήλες, αλλά έχουν επικεφαλής έναν γάιδαρο χωρίς φορτίο. Η πρώτη καμήλα της σειράς είναι στολισμένη με πολύχρωμο σαμάρι, φούντες, κουδούνια κλπ. Όταν η πορεία είναι δύσκολη και επικίνδυνη, προσλαμβάνονται ένοπλοι για την περιφρούρησή της. Πριν από την αναχώρηση του κ. ορίζεται με κοινή συμφωνία ο αρχηγός (καραβάν-μπασής), με καθήκοντα διοικητή και αντιπροσώπου. Τα κ. μετακινούνται συνήθως την άνοιξη και, σύμφωνα με σύσταση του Κορανίου, πρέπει να ξεκινούν την Παρασκευή. Εξαιτίας της αφόρητης ζέστης, τις περισσότερες φορές ταξιδεύουν νύχτα, γι’ αυτό παλαιότερα χρησιμοποιούσαν δούλους. Τα θρησκευτικά κ. δημιουργήθηκαν από τους Εβραίους, επειδή ο Μωσαϊκός νόμος τούς υποχρέωνε να πηγαίνουν στην Ιερουσαλήμ κατά τις τρεις μεγάλες γιορτές του Πάσχα, της Πεντηκοστής και της Σκηνοπηγίας. Ανάλογα θρησκευτικά κ. ήταν εκείνα των Αράβων, που μετέβαιναν να προσκυνήσουν στη Μέκκα. Παλαιότερα, κάθε χρόνο ξεκινούσε ένα κ. από την Αίγυπτο που ονομαζόταν αμίρι (πριγκιπικό), ήταν χρηματοδοτούμενο από την κυβέρνηση και προοριζόταν να μεταφέρει στη Μέκκα το μάχμαλ (ιερό ταπέτο). Πολλές φορές αυτά τα θρησκευτικά κ. δοκιμάζονταν από τις κακουχίες και την έλλειψη νερού, με αποτέλεσμα ένας μεγάλος αριθμός προσκυνητών να μη φθάνει ποτέ στην ιερή πόλη. Χάρη στην πρόοδο των μεταφορικών μέσων, τα ιερά κ. με προορισμό τη Μέκκα έχουν πλέον καταργηθεί. Οι προσκυνητές πηγαίνουν εκεί είτε με πλοίο από το Σουέζ μέχρι τις ακτές της Σαουδικής Αραβίας είτε με αεροπλάνο απευθείας στη Μέκκα. Στάση καραβανιού σε περιοχή της Σαχάρας.
* * *
το (Μ καραβάνιον και καρβάνι)
ομάδα εμπόρων ή προσκυνητών που ταξιδεύουν με καμήλες και υποζύγια
νεοελλ.
ομάδα ταξιδιωτών με τον ίδιο σκοπό και προορισμό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. karvan ή αραβ. kirvan].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • καραβάνι — το (λ. αραβ.), ομάδα εμπόρων ή προσκυνητών που οδοιπορούν με καμήλες και υποζύγια: Στην αρχαία Μίλητο έρχονταν όλα τα καραβάνια της Ανατολής …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Роккос, Стелиос — Стелиос Роккос Основная информация Дата рожден …   Википедия

  • καραβανσαράι — και καραβανσεράι, το χάνι όπου ξενυχτά καραβάνι. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. karavan saray] …   Dictionary of Greek

  • καρβάνι(ον) — καρβάνιον και καρβάνι και κερβάνι τὸ (Μ) καραβάνι*, ομάδα εμπόρων οδοιπόρων ή προσκυνητών με καμήλες και άλλα υποζύγια. [ΕΤΥΜΟΛ. < αραβ. kirvan] …   Dictionary of Greek

  • σαφάρι — και σάφαρι, το, Ν 1. ομαδικό κυνήγι άγριων ζώων, ιδίως στην Αφρική 2. ομαδική μετακίνηση, καραβάνι ιθαγενών στην Αφρική που διοργανώνεται στα πλαίσια μιας εξερεύνησης. [ΕΤΥΜΟΛ. < αραβ. safara «ταξίδι»] …   Dictionary of Greek

  • συνοδία — η, ΝΜΑ, και συνοδιά Ν [συνοδός] 1. κοινή πορεία, συνοδοιπορία 2. ομάδα συνοδοιπόρων, καραβάνι μσν. το εκκλησίασμα σε μια τελετή («μήτε εἰς συνοδίαν βουλόμενος εἰσελθεῑν», Παλλ.) αρχ. 1. συναναστροφή, συντροφιά («ἀνδρὸς πονηροῡ φεῡγε συνοδίαν ἀεί» …   Dictionary of Greek

  • Αλγερία — I (Αστρον.).Αστεροειδής που το φαινόμενο μέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι ίσο προς 14,6, ενώ αν βρισκόταν σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τον Ήλιο και από τη Γη θα είχε φαινόμενο μέγεθος 10,5. II Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • Αφγανιστάν — Κράτος της νοτιοκεντρικής Ασίας.Συνορεύει στα Β με το Τουρκμενιστάν (ΒΔ), το Ουζμπεκιστάν, το Τατζικιστάν (ΒΑ) και την Κίνα (ΒΑ), στα Α και Ν με το Πακιστάν και στα Δ με το Ιράν.Το Α. βρίσκεται στο κέντρο της αχανούς νότιας Ασίας, ανάμεσα σε μια… …   Dictionary of Greek

  • Γκόες, Μπέντο ντε- — (Bento de Goes, 1562 – 1607). Πορτογάλος κληρικός και περιηγητής. Υπηρέτησε αρχικά στον στρατό και αργότερα έγινε ιησουίτης μοναχός. Ως μοναχός πήρε μέρος σε μία ιεραποστολή στην Κίνα, ακολουθώντας ένα καραβάνι Περσών εμπόρων. Πέθανε κατά τη… …   Dictionary of Greek

  • Γκροκ — (Grock, Ρεκονβιλιέ, Βέρνη 1880 – Ιμπέρια, Ιταλία 1959). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Ελβετού κλόουν Άντριαν Ουέταχ (Wettach). Από τον πατέρα του, ωρολογοποιό που κατά τις ελεύθερες ώρες του τραγουδούσε, έπαιζε μουσική και έκανε ακροβασίες, έμαθε τα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”